Πάφος

Πάφος
I
Μυθολογικό πρόσωπο, γιος και διάδοχος του Κινύρα, του ιδρυτή της θρησκείας της Αφροδίτης στην Κύπρο. Ο Π. πήρε το όνομά του από την ομώνυμη αρχαία πόλη του νησιού, όπου ο πατέρας του διετέλεσε πρωθιερέας του ναού της Αφροδίτης και πρώτος βασιλιάς της περιοχής.
II
Όνομα δύο αρχαίων πόλεων της Κύπρου και του ομώνυμου διαμερίσματος, που έχει έκταση 1.396 τ. χλμ. Καταλαμβάνει το δυτικό τμήμα του νησιού με τις τρεις πλευρές του, βόρεια, δυτική, νότια, στη θάλασσα, ενώ στα Α συνορεύει με τα διαμερίσματα Λευκωσίας και Λεμεσού. Πρωτεύουσα του διαμερίσματος είναι το Κτήμα (ονομάζεται και Πάφος). Πόλη με σύγχρονα και παλαιά κτίσματα, το Κτήμα διαθέτει και αξιόλογο μουσείο, που στεγάζει πολύτιμα ευρήματα από την Παλαιά και τη Νέα Πάφο. Η Νέα Πάφος είναι σήμερα ένα μικρό χωριό γύρω από το λιμάνι του Κτήματος. Η Παλαιά Πάφος βρίσκεται νοτιότερα, κοντά στο χωριό Κούκλια. Στην Παλαιά Πάφο, όπου κατά τον μύθο αναδύθηκε η Αφροδίτη από τη θάλασσα, σώζονται ερείπια αρχαίου ναού της θεάς. Η οικονομία της Π. βασίζεται στη γεωργία (σταφύλια, κρασί, πορτοκάλια και κυρίως μπανάνες). Αξιόλογη είναι επίσης η σηροτροφία και η χοιροτροφία.
Ένας από τους λεγόμενους βασιλικούς τάφους, που βρέθηκαν σε ανασκαφές στη περιοχή της Παλαιάς Πάφου, κοντά στο σημερινό χωριό Κούκλια.
Στα χωριά γύρω από το Κτήμα της Πάφου, διατηρούνται ακόμα αρκετά παραδοσιακά στοιχεία του κυπριακού πολιτισμού, όπως το ζύμωμα και το φούρνισμα σε κάθε αγροτικό σπίτι.
Ένα από τα περίφημα ψηφιδωτά της Πάφου (Κτήμα, Αρχαιολογικό Μουσείο).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Πάφος — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Γεωργιάδης, Κλεάνθης — (Πάφος Κύπρου 1910 –). Εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και σταδιοδρόμησε ως καθηγητής στο Παγκύπριο Εμπορικό Λύκειο Λάρνακας (1935 43), γυμνασιάρχης Κερύνειας, Λαπήδου και Μόρφου (1943 59),… …   Dictionary of Greek

  • Κριναίος, Παύλος — (Πάφος Κύπρου 1903 –). Φιλολογικό ψευδώνυμο του Κύπριου δημοσιογράφου και λογοτέχνη Παύλου Μιχαηλίδη. Το 1930 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος, συνεργαζόμενος με διάφορες αθηναϊκές και κυπριακές εφημερίδες και… …   Dictionary of Greek

  • Μαραθεύτης, Μιχαλάκης — (Πάφος Κύπρου 1926 –). Φιλόλογος, παιδαγωγός και συγγραφέας. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στα παιδαγωγικά σε πανεπιστήμια της Αγγλίας και των ΗΠΑ. Σταδιοδρόμησε αρχικά ως φιλόλογος σε γυμνάσια της… …   Dictionary of Greek

  • Πάφον — Πάφος fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάφου — Πάφος fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάφων — Πάφος fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πάφῳ — Πάφος fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Paphos — Πάφος (Greek) Baf (Turkish) …   Wikipedia

  • Paphos — 34.77527777777832.424166666667 …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”